Μαύρα Τριαντάφυλλα
Η Μαρία, 35 ετών, γνωρίζει ότι είναι όμορφη, έξυπνη και εντυπωσιάζει τους ανθρώπους που συναναστρέφεται. Είναι ικανή να πετύχει πολλά πράγματα στη ζωή της και κατέχει υψηλή κοινωνική θέση, η οποία απορρέει από την οικογένειά της και την υψηλή θέση που κατέχει η ίδια στον επιχειρηματικό τομέα. Οι σπουδές της είναι ισάξιες του κοινωνικου-επαγγελματικού επιπέδου της. Οι γονείς της την αγαπούν, τη σέβονται και την εκτιμούν, ενώ η αδερφή της, η Ξένια, η οποία υστερεί σε όλα σε σχέση με τα προσόντα της Μαρίας, αδιαφορεί για εκείνη και την ενδιαφέρει μόνο να περνάει καλά.
Ορισμένοι συνάδελφοί της στη δουλειά της τη φοβούνται και την κολακεύουν προκειμένου να τύχουν καλύτερης αντιμετώπισης. Άλλοι πάλι τη ζηλεύουν για την ομορφιά και την τύχη της. Κάποιοι την βλέπουν ως αλαζόνα και αδίστακτη προκειμένου να πετύχει αυτό που θέλει, ενώ άλλοι θεωρούν πως είναι αδύναμη και διαλλακτική.
Ο χαρακτήρας της Μαρίας δοκιμάζεται όταν ένας νέος υφιστάμενός της, ο Άγγελος, προσλαμβάνεται στη δουλειά κι έχει στενή επαγγελματική σχέση μαζί της. Η Μαρία τον ερωτεύεται και συνάπτουν σχέση. Εκείνος την εκμεταλλεύεται προκειμένου να της αποσπάσει χρήματα και να εξελιχθεί ταχύτερα στον επαγγελματικό χώρο. Όταν η Μαρία έχει εξαντληθεί ηθικά και οικονομικά και όταν έχει εξευτελιστεί στον επαγγελματικό και προσωπικό της κύκλο από τον εραστή της, ο οποίος είχε παράλληλες ερωτικές σχέσεις μεταξύ των οποίων είχε σχέση και με την αδερφή της Μαρίας, βλέπει τον εαυτό της πια όπως πλέον μεταμορφώθηκε: σε πλάσμα εκδικητικό και μοχθηρό το οποίο θα αποκαταστήσει την αδικία που υπέστη με τρόπο βίαιο και ακραίο.
Στην 1η Πράξη του θεατρικού έργου, η οποία ακολουθεί στη συνέχεια της παρούσας εργασίας, η σκηνή εκτυλίσσεται στο γραφείο της Μαρίας στην εταιρεία όπου εργάζεται. Οι σκηνές εναλλάσσονται από τον εργασιακό χώρο της Μαρίας με το σπίτι του Άγγελου όπου προβάλλονται τα στοιχεία των χαρακτήρων. Η Πράξη κορυφώνεται όταν η Μαρία διαπιστώνει ότι η Ξένια έχει ερωτική σχέση με τον Άγγελο.
Στην 2η Πράξη, η Μαρία αναζητά τους λόγους που οδήγησαν τον Άγγελο να πλησιάσει την αδερφή της και όταν, πλέον, διαπιστώνει ότι τα κίνητρά του είναι οικονομικά ανασυγκροτεί τις δυνάμεις της, ενώ έχει αντιληφθεί ότι ο Άγγελος φλερτάρει και με άλλες συναδέλφους της. Ο χαρακτήρας της Μαρίας ανατρέπεται όταν η ίδια προσποιείται την αγάπη της για τον Άγγελο και την αδερφή της, μέχρι που καταστρώνει ένα δολοφονικό σχέδιο και αποκαλύπτει τη μεταμόρφωσή της. Βρίσκεται στο σπίτι μόνη της με τον Άγγελο και τη στιγμή που ξεκινάνε να κάνουν έρωτα η Μαρία τον μαχαιρώνει θανάσιμα στην καρδιά. Τη στιγμή εκείνη μονολογεί και αποκαλύπτει τον πραγματικό της χαρακτήρα ο οποίος έχει δοκιμαστεί και έχει προοικονομηθεί από συναδέλφους της στην αρχή του έργου ότι είναι αδίστακτη. Σημεία, όπως τα μαύρα τριαντάφυλλα, επίσης, προμηνύουν την εξέλιξη.
Το έγκλημα αποδίδεται στην αδερφή της, την Ξένια, η οποία δέχτηκε την ενοχή της για το έγκλημα, αλλά η αιτία ήταν ότι δέχτηκε την ενοχή για την ατιμία στην αδερφή της. Στο τέλος της Πράξης, η Ξένια καταδικάζεται σε ποινή φυλάκισης και η ηρωίδα συνεχίζει τη ζωή της κανονικά. Η Ξένια ήταν εκείνη που πίστευε ότι δεν υπάρχει αγάπη και έρωτας, ενώ η Μαρία μιλούσε με πίστη γι’ αυτές τις αξίες. Διαψεύσθηκαν και οι δύο.
ΠΡΑΞΗ 1η
Το έργο εκτυλίσσεται στην Αθήνα, στην περιοχή της Κυψέλης τον Μάρτιο του 1980. Η πρώτη σκηνή παρουσιάζεται στο γραφείο της εταιρείας όπου εργάζεται η Μαρία. Η επίπλωση και η διαμόρφωση του χώρου αντιστοιχούν στην εικόνα των μεγάλων εταιρειών της εποχής.
Δύο υφισταμένες συνάδελφοι της Μαρίας συζητάνε για τη διευθύντριά τους στον εργασιακό χώρο. Κάθονται σε αντικριστά γραφεία.
Αθανασία: εγκρίθηκε ο ισολογισμός Γεωργία; (Είναι μια απλή φυσιογνωμία).
Γεωργία: νομίζω ότι είναι στο γραφείο της διευθύντριας. (Μια απλή φυσιογνωμία επίσης).
Αθανασία: ας ψάξω στο πρωτόκολλο να βεβαιωθώ, γιατί η διευθύντρια αν με ρωτήσει και καταλάβει ότι δεν είδα τα έγγραφα θα στραβώσει και δεν θέλω να την προκαλώ αρνητικά.
Γεωργία: έχω την εντύπωση ότι είσαι προκατειλημμένη με την Μαρία.
Αθανασία: όπως με κοιτάει, καμιά φορά, αρχίζω και τρέμω. Νομίζω ότι είναι ικανή να μου αλλάξει καθήκοντα και να με υποβιβάσει για να μειωθεί ο μισθός μου.
Γεωργία: είσαι υπερβολική Αθανασία. Η Μαρία είναι πολύ μορφωμένη, πολύ ευγενική και ευχάριστο άτομο. Σε όσα λες δεν συμφωνώ με τίποτα.
Αθανασία: καλά, πρόσεξέ την πως κοιτάζει όταν νομίζει ότι δεν την βλέπεις. Τον συνάδελφο εκείνο τον Νίκο τον θυμάσαι;
Γεωργία: πως σου ήρθε τώρα αυτός;
Αθανασία: να, πως νομίζεις ότι έφυγε από την εταιρεία μας και πήγε σε άλλη;
Γεωργία: για πες, που τα ξέρεις όλα;
Αθανασία: αυτή κίνησε γη και ουρανό για να τον διώξει από εδώ, γιατί φοβήθηκε ότι θα της έπαιρνε τη θέση. Μέχρι στον πρωθυπουργό θα έφτανε για να γίνει η δουλειά της. Άσε που μου είπαν από τον κάτω όροφο ότι κάτι παιζόταν μεταξύ τους. Αλλά η καλή σου πάνω απ’ όλα έχει τη δουλειά της και τα διευθυντιλίκια.
Γεωργία: υπερβολές (γέλια).
Αθανασία: σταμάτα έρχεται.
Εισέρχεται με αυτοπεποίθηση στο χώρο η Μαρία. Είναι ψηλή, ξανθιά με μπλε μάτια. Φοράει ένα επώνυμο μαύρο κοστούμι, με ψηλές γόβες, είναι πολύ περιποιημένη και φοράει ένα κόκκινο κοντό φουλάρι στο λαιμό.
Μαρία: καλημέρα κυρίες μου.
Γεωργία: καλημέρα σας.
Αθανασία: καλημέρα.
Μαρία: Αθανασία ήρθε ο ισολογισμός της Εταιρείας;
Αθανασία: μάλιστα κυρία διευθύντρια, βρίσκεται στο γραφείο σας.
Μαρία: τον έριξες καμιά ματιά, μιας και το οικονομικό κομμάτι ανήκει σ’ εσένα;
Αθανασία: Εεεε, ναι τον κοίταξα (απαντάει αμήχανα).
Μαρία: μάλιστα (ειρωνικά). Κατευθύνεται προς το γραφείο της και φεύγει από τη σκηνή.
Αθανασία: να, τώρα τρέμω Γεωργία.
Αμέσως έρχεται η Ξένια και ψάχνει την Μαρία. Είναι σχετικά κοντή, με καστανά μαλλιά πιασμένα αλογοουρά. Είναι πολύ χαριτωμένη και φοράει τζιν παντελόνι και ένα απλό μπλουζάκι.
Ξένια: γεια σας κορίτσια, μέσα είναι η αδερφή μου.
Γεωργία: ναι,, Ξένια, μόλις ήρθε.
Επιστρέφει η Μαρία στη σκηνή.
Μαρία: Ξένια μου άκουσα τη φωνούλα σου και ήρθα. Κορίτσια, πάρτε τον ισολογισμό και κατεβείτε στο λογιστήριο να διορθώσετε τα λάθη που έχετε κάνει. Μεθαύριο, ο ισολογισμός πρέπει να επανυποβληθεί για έλεγχο.
Η Γεωργία και η Αθανασία αποχωρούν από τη σκηνή με σκυμμένο το κεφάλι τους, φανερά ενοχλημένες από την παρατήρηση της Μαρίας.
Ξένια: περνούσα από κάτω και ανέβηκα να σου πω μια καλημέρα.
Κάθονται στις καρέκλες των επισκεπτών των αντικριστών γραφείων.
Μαρία: πού εξαφανίζεσαι συνεχώς; Δεν μπορώ να καταλάβω. Τι έγινε τώρα βρήκες άλλο αμόρε;
Ξένια: δεν μπορείς να φανταστείς! Είναι τέλειος. Μου κάνει όλα τα χατίρια, περνάμε καλά, γελάμε, διασκεδάζουμε.
Μαρία: άντε ωραία, δες αν είναι να προχωρήσεις παρακάτω με τον άνθρωπο.
Ξένια: ξέρεις….. αρχίζω και τον βαριέμαι κι αυτόν (γέλια).
Μαρία: αμάν βρε Ξένια, τί θα γίνει μ’ εσένα; Έτσι θα γεράσεις; Είσαι 34 χρονών πια.
Ξένια: άσε εμένα, εγώ δεν πιστεύω σ’ αγάπες κι έρωτες.
Μαρία: ε, πως; Ο έρωτας υπάρχει και είναι όμορφος όταν είναι αμοιβαίος.
Ξένια: γιατί δεν ερωτεύεσαι τότε και κάθεσαι τόσα χρόνια μόνη; Αν και τα δικά σου, όπως πάντα, τα κρατάς μυστικά.
Μαρία: για να μη λες ότι έτσι είναι, θα σου πω. Πριν από ένα μήνα προσλάβαμε τον Άγγελο. Έναν εξαιρετικό συνάδελφο με πολλά προσόντα και μεγάλη εμπειρία στον τομέα της παραγωγής και των πωλήσεων.
Ξένια: ωραίος είναι (ρωτάει με ενθουσιασμό);
Μαρία: είναι κούκλος (απαντάει με σιγουριά).
Τη στιγμή εκείνη εμφανίζεται ο Άγγελος στη σκηνή. Είναι ψηλός, μελαχρινός με μαύρα μάτια, γεροδεμένος και ντυμένος με πολύ στιλάτο γκρι κοστούμι. Εισέρχεται κεφάτος και κρατά δύο μαύρα τριαντάφυλλα για να τα προσφέρει στη Μαρία, νομίζοντας ότι είναι μόνη της αφού είδε τη Γεωργία και την Αθανασία στο λογιστήριο. Μπαίνει στο γραφείο και στέκεται απότομα όταν είδε την Ξένια.
Άγγελος: Καλημέρα κυρία διευθύντρια, καλημέρα και σ’ εσάς ωραία μου κυρία (με μια μικρή αμηχανία).
Μαρία: Καλημέρα Άγγελε.
Ξένια: Α! Καλημέρα σας κύριε (με βλέμμα και ύφος πονηρό)
Μαρία: Άγγελε αυτή είναι η αδερφή μου η Ξένια. Ξένια αυτός είναι ο Άγγελος, υπάλληλος της εταιρείας μας που προσλήφθηκε πρόσφατα.
Ξένια: και που πας μ’ αυτά τα τριαντάφυλλα στο χέρι, στο χώρο εργασίας; Που τα βρήκες; Είναι σπάνια!
Άγγελος: ποια; Αυτα; Α, τα αγόρασα από ένα ανθοπωλείο επειδή μου έκαναν εντύπωση επειδή είναι μαύρα. Τα μύριζα σε όλη τη διαδρομή και ξέχασα ότι τα κρατούσα.
Ξένια: α, μάλιστα (ειρωνικά).
Ο Άγγελος παραμένει όρθιος και στρέφεται προς τη Μαρία η οποία κάθεται στην καρέκλα.
Άγγελος: θα μου επιτρέψετε να σας προσφέρω από ένα! Ορίστε!
Μαρία: ευχαριστώ συνάδελφε. Είναι εξαιρετικό και περίεργο
Ο Άγγελος στρέφεται προς την Ξένια.
Άγγελος: ορίστε κυρία Ξένια, αυτό είναι για εσάς.
Ξένια: ευχαριστώ (στρέφεται προς την αδερφή της). Θα σας αφήσω Μαρία μου, πρέπει να συνεχίσω τις δουλειές μου (γέλια). Χάρηκα κύριε που σας γνώρισα. Θα διατηρήσω ζωντανό το τριαντάφυλλό σας, όσο αντέξει (αποχωρώντας από τη σκηνή χαμογελάει στον Άγγελο και συνεχίζει κοιτάζοντας το τριαντάφυλλο).
Ο Άγγελος και η Μαρία αγκαλιάζονται και φιλιούνται παθιασμένα.
Άγγελος: της μίλησες για εμάς;
Μαρία: όχι.
Άγγελος: λες να κατάλαβε;
Μαρία: αν θέλω εγώ να της πω οτιδήποτε θα της πω. Προς το παρόν δεν θέλω να μάθει κανείς για τη σχέση μας.
Σβήνουν τα φώτα και αλλάζουν τα σκηνικά. Πέρασε ένας μήνας. Μεταφερόμαστε στην κρεβατοκάμαρα στο σπίτι του Άγγελου. Ο Άγγελος είναι ξαπλωμένος στο κρεβάτι, αφού μόλις έχει ξυπνήσει. Ακούγεται η φωνή της συντρόφου του από την κουζίνα.
Ξένια: αγάπη μου, τι θέλεις για πρωινό;
Άγγελος: ένα ποτήρι χυμό.
Εμφανίζεται η Ξένια, με το ποτήρι και του προσφέρει τον χυμό με τα χέρια της στο στόμα του. Ξαπλώνει στο κρεβάτι και φιλάει με πάθος τον Άγγελο.
Ξένια: μωρό μου, σε θέλω πολύ. Δεν θέλω να σ’ αφήσω.
Άγγελος: γιατί να μ’ αφήσεις; Καλά δεν περνάμε;
Ξένια: είχα πολλές σχέσεις πριν από εσένα. Αλλά εδώ και έναν μήνα που είμαστε μαζί, κάθε μέρα μου γίνεσαι όλο και πιο απαραίτητος.
Άγγελος: τι διαφορετικό έχω από τους άλλους;
Ξένια: από εκείνη τη στιγμή που σε γνώρισα στο γραφείο της αδερφής μου και μετά από εκείνο το τριαντάφυλλο που μου χάρισες σ’ έχω ερωτευτεί πολύ. Πρώτη φορά νοιώθω έτσι.
Άγγελος: μήπως υπερβάλεις; Αν θυμάσαι είχαμε πει ότι είμαστε μαζί για να περνάμε καλά; Εξάλλου δεν είμαι μόνο μ’ εσένα;
Ξένια: δεν θέλω να μου πεις εάν έχεις και άλλη ή άλλες, αλλά θέλω να τις αφήσεις για να είμαστε μαζί. Απ’ όταν κάναμε έρωτα εγώ δεν σκέφτομαι κανέναν άλλον, θέλω μόνο εσένα.
Άγγελος: δεν γίνεται αυτό. Τουλάχιστον όχι τώρα. Άσε με να το διαχειριστώ όπως ξέρω εγώ και να ξεμπλέξω. Άσε τουλάχιστον να δούμε πως θα πάμε και οι δυο.
Ξένια: με την αδερφή μου πως τα πάτε στη δουλειά; Δεν πιστεύω να σε τρέχει;
Άγγελος: όλα καλά. Όλα καλά.
Τη στιγμή εκείνη ακούγεται το ξεκλείδωμα της εξώπορτας και η φωνή της Μαρίας.
Μαρία: αγάπη μου ήρθα! Έκπληξη!
Ξένια: η αδερφή μου; (ρωτάει υποκριτικά έκπληκτη, και τρέχει να κρυφτεί στο μπαλκόνι της κρεβατοκάμαρας).
Η Μαρία εισέρχεται στη σκηνή.
Άγγελος: αγάπη μου! Μωρό μου! Γύρισες; (τη φιλάει αμέσως για να της κάνει να φανεί σαν ευχάριστη έκπληξη. Προσπαθεί, εμφανώς, να κρύψει τον πανικό του).
Μαρία: Σιγά, θα με πνίξεις.
Άγγελος: πως ήταν η Κίνα αγάπη μου; Μου έλειψες δύο εβδομάδες. Εντάξει με τις δουλειές;
Μαρία: θα σου τα πω όλα αναλυτικά. Αργότερα, το βράδυ στο εστιατόριο που θα πάμε για φαγητό. Προς το παρόν θα πάω στο σπίτι να αφήσω τα πράγματα και να ετοιμαστώ.
Η Μαρία εγκαταλείπει τη σκηνή, καθώς προχωράει προς την εξώπορτα και τη συνοδεύει ο Άγγελος. Η Ξένια επιστρέφει από το μπαλκόνι στην κρεβατοκάμαρα και ο Άγγελος επιστρέφει στην κρεβατοκάμαρα από την εξώπορτα. Συναντιούνται πρόσωπο με πρόσωπο και μένουν ακίνητοι για λίγα δευτερόλεπτα. Η Ξένια χαστουκίζει τον Άγγελο προσποιούμενη ότι δεν γνώριζε για τη σχέση του με την αδερφή της.
Άγγελος: συγνώμη. Τώρα ξέρεις γιατί δεν μπορούσα να σου πω με ποια ήμουν τόσο καιρό πριν από εσένα.
Ξένια: μη λες τίποτα. Δεν φταις εσύ.
Άγγελος: τι θα κάνουμε τώρα;
Ξένια: θα τη χωρίσεις και πρόσεχε να μην την πληγώσεις. Είναι η μόνη που δεν φταίει. Σε αγαπάει αληθινά. Αλλά εγώ σε αγαπάω περισσότερο.
Άγγελος: σου το υπόσχομαι θα τη χωρίσω με τρόπο και θα αλλάξουμε σπίτι, πόλη και δουλειά.
Η Ξένια φιλάει ακόμη πιο παθιασμένα τον Άγγελο, κάνουν έρωτα και σβήνουν τα φώτα της σκηνής.Μεταφερόμαστε στο γραφείο της Μαρίας, όπου βρίσκεται και το γραφείο του Άγγελου. Εκείνη τη στιγμή χτυπάει το τηλέφωνο και ο Άγγελος απαντάει στο φίλο του τον Γιώργο και μιλάνε για γυναίκες και ερωτικές σχέσεις.
Άγγελος στο τηλέφωνο: έλα ρε Γιώργο. Κάτσε να δω αν είσαι ο Γιώργος γιατί τα ονόματα των τηλεφώνων απ’ όλες τα έχω γραμμένα ως Γιώργος 1, 2 κλπ. (γέλια) Θα με ξεζουμίσουν αυτές. Τι έχω ρε ‘συ και κολλάνε έτσι με την πάρτη μου; Στην αρχή με θέλουν για λίγο, μετά με θέλουν για μια ζωή. Να δω πως θα ξεμπλέξω από δαύτες. Τι γίνεται με τη διευθύντρια; Τη Μαρία τη χρειάζομαι επειδή η σχέση μαζί της με βοηθάει στην εταιρεία. Εννοείται βέβαια ότι θα την εκτοπίσω από τη θέση της και θα γίνω εγώ ο διευθυντής γιατί δεν θα υπάρχει άλλος καλύτερος. Και τότε θα είσαι ο ειδικός συνεργάτης του διευθυντή, Γιώργο. Έχω ανάγκη από φίλους – συνεργάτες (μικρή παύση). Πως θα γίνει ε; σε λίγες μέρες θα σκάσει ένα σκάνδαλο εκατομμυρίων ευρώ και την υπεξαίρεση θα τη χρεωθεί αυτή. Μέχρι να ξεμπλέξει με τα διαδικαστικά και τη δικαιοσύνη, η εταιρεία δεν μπορεί να μείνει ακέφαλη. Με την αδερφή της δεν μπορώ να ξεκόψω επειδή έμαθε για τη Μαρία και θα μου χαλάσει τα σχέδια εάν μάθει και η Μαρία για την Ξένια. Μετά το σκάνδαλο που σου έλεγα θα τη στείλω κι αυτή στον αγύριστο. Για πες μου ρε συ Γιώργο. Την Γιώτα τη βρήκες καθόλου; Γιατί την παίρνω τηλέφωνο και δεν απαντάει. (μικρή παύση) Α, ούτε εσύ την είδες. Ε, το πολύ – πολύ να με χωρίσει. Τώρα δεν με νοιάζει και πολύ βέβαια γιατί βρήκαμε καλύτερη κότα (μικρή παύση). Καλά, καλά σ’ αφήνω θα τα πούμε άλλη ώρα.
Μόλις ο Άγγελος κλείνει το τηλέφωνο έρχεται στη σκηνή η Μαρία. Κατευθύνεται προς τον Άγγελο και τον φιλάει.
Μαρία: έχουμε πολύ δουλειά που πρέπει να τελειώσουμε σήμερα.
Άγγελος: πάμε.
Ο Άγγελος και η Μαρία εργάζονται πυρετωδώς στο ίδιο γραφείο ταυτόχρονα. Μεταφέρουν φακέλους μέσα – έξω στο γραφείο, άλλους τοποθετούν στα ράφια, άλλους ακουμπάνε στα γραφεία. Άλλα χαρτιά βγάζουν και άλλα τοποθετούν μέσα στους φακέλους. Διασταυρώνονται δυο φορές και φιλιούνται πεταχτά. Η Μαρία, για τρίτη φορά σηκώνεται προς το ράφι με τους φακέλους και καθώς περνάει μπροστά από το γραφείο του Άγγελου χτυπάει το κινητό του. Η Μαρία ασυναίσθητα βλέπει την εισερχόμενη κλήση στην οποία αναγράφεται το όνομα «Γιώργος», αλλά το τηλέφωνο της φαίνεται πολύ γνωστό. Είναι σχεδόν σίγουρη ότι ο αριθμός, όπως φευγαλέα τον είδε, είναι της Ξένιας.
Μαρία σκέφτεται χαμηλόφωνα: Γιώργος; Τι διάολο, ο αριθμός αυτός νομίζω είναι της Ξένιας. Όχι δεν έκανα λάθος.
Μαρία: δεν θα απαντήσεις (με ύφος αθώο);
Άγγελος: ναι, για να δω. Α, ο Γιώργος είναι, θα θέλει κουβέντα, δεν τον απαντάω τώρα, έχουμε δουλειά.
Μαρία σκέφτεται χαμηλόφωνα: έχει γούστο; Μπα λάθος θα έκανα (πολύ προβληματισμένη).
Σβήνουν τα φώτα και μεταφερόμαστε στο σπίτι της Μαρίας όπου η Μαρία κάλεσε την Ξένια για φαγητό.
Μαρία: ωραίο το φαγητό Ξένια;
Ξένια: πεντανόστιμο.
Μαρία: ξέρεις, Ξένια…. θυμάσαι τον Άγγελο που σου είπα ότι είμαστε μαζί; Εκείνον με τα μαύρα τριαντάφυλλα;
Ξένια: εεεε, ναι. Κάτι θυμάμαι. Γιατί;
Μαρία: είμαι πολύ ερωτευμένη μαζί του και θέλω τη γνώμη σου, μιας κι εσύ έχεις μεγάλη εμπειρία με τους άντρες.
Ξένια: ε, σιγά. Τι είναι; Πες μου.
Μαρία: να θέλω να επισημοποιήσουμε τη σχέση μας, αλλά δεν ξέρω πως θα γίνει αυτό. Να του κάνω, λες, πρόταση γάμου; Να πρωτοτυπήσω;
Ξένια: τι; (φανερά ενοχλημένη). Εσύ θα του κάνεις πρόταση; Αν δεν θέλει σημαίνει ότι δεν θέλει! Και τι τον θες αυτόν τον…. πως τον λένε. Είσαι εσύ τώρα να μπλέκεις με υφισταμένους σου; Αφού τον γλέντησες, άλλαξέ τον τώρα!
Μαρία: αχ, Ξένια μου, δεν καταλαβαίνεις! Τον αγαπάω τον Άγγελο. Δεν μπορώ να ζω χωρίς αυτόν!
Ξένια: επιμένω σ’ αυτό που σου λέω. Άσε που πιστεύω ότι σε εκμεταλλεύεται για να ανελιχθεί στην εταιρεία και να τον ενισχύεις οικονομικά. Μήπως δεν του δάνεισες ένα γενναίο ποσό για να επενδύσει επιχειρηματικά;
Μαρία: πως το ξέρεις αυτό;
Ξένια: εεε, ποιος μου το έχει πει…. δεν μπορώ να θυμηθώ… (φανερά αμήχανη με τρεμάμενη φωνή).
Μαρία: σε κανέναν δεν το είπα. Πως το ξέρεις; (με σταθερή φωνή)
Ξένια: δεν θυμάμαι Μαρία μου, κάπου θα το είπες. Από πού να το ξέρω εγώ; Πάω λιγάκι στην τουαλέτα (εξακολουθεί να είναι αμήχανη).
Η Ξένια αποχωρεί από τη σκηνή και η Μαρία μένει μόνη της στο τραπέζι όπου μονολογεί.
Η Μαρία μονολογεί: ώστε μ’ εσένα μιλούσε στο τηλέφωνο αγαπημένη μου αδερφή; Τι λέγατε άραγε; Συζητάτε για εμένα μήπως; Μπορεί, βέβαια, να συμβαίνει και αυτό. Να κανονίζετε, ας πούμε, με ποιον τρόπο ο Άγγελος θα μου κάνει πρόταση γάμου. Να μου το κρατάτε για έκπληξη. Ίσως. Μήπως, πάλι, συμβαίνει κάτι άλλο; Πρέπει να το μάθω! Όχι, δεν μπορεί η αδερφή μου να πάει με τον άντρα μου. Όχι δεν μπορεί. Αποκλείεται. Το άλλο θα είναι. Κανονίζουν για εμάς!
Επιστρέφει η Ξένια και κάθεται στο τραπέζι.
Ξένια: τι κάνεις Μαρία, παραμιλάς; (με αφέλεια)
Μαρία: όχι, σκεφτόμουν δυνατά για τα οικονομικά της εταιρείας (με καχυποψία). Υπάρχουν κάποια προβλήματα.
Ξένια: Για να λύνονται είναι τα προβλήματα.
Μαρία: Ακριβώς! Και ξέρεις ότι τα προβλήματα όποια και αν είναι αυτά, έχω μάθει στη ζωή μου να τα λύνω! Με όποιο κόστος και όποιο τίμημα κάθε φορά (με ύφος κυνικό και απόμακρο).
Ξένια: το ξέρω αυτό, το ξέρω καλά (με φόβο στο ύφος και τρεμάμενη φωνή).
Σβήνουν τα φώτα και μεταφερόμαστε σε άλλη σκηνή: στο σπίτι του Άγγελου. Ο Άγγελος και η Ξένια βρίσκονται ξαπλωμένοι στην κρεβατοκάμαρα.
Ξένια: απομάκρυνες την Μαρία;
Άγγελος: όχι ακόμη, δεν βρίσκω τον τρόπο να το κάνω.
Ξένια: τι περιμένεις; Σου είπα ότι θέλω να τη χωρίσεις. Συμφώνησες. Και μετά να εξαφανιστούμε.
Άγγελος: θέλω να περιμένεις. Δεν μπορώ να το κάνω ακόμη. Εγώ, σου τ’ ορκίζομαι, δεν την αγαπάω αυτή. Τη λυπάμαι τώρα. Μόνο εσένα αγαπώ και θέλω.
Ξένια: δεν θέλω να αμφιβάλλω για εσένα.
Άγγελος: να είσαι σίγουρη. Λίγες μέρες να κάνεις υπομονή και όλα θα τελειώσουν (καθησυχαστικός και ήρεμος).
Ξένια: Νομίζω ότι μας υποψιάζεται (προβληματισμένη).
Άγγελος: αποκλείεται. Δεν είναι τόσο έξυπνη όσο νομίζεις (με απόλυτη σιγουριά). Πως το φαντάζεσαι αυτό;
Ξένια: μου είπε ότι σε θέλει για πάντα και ανέφερα ότι σου δάνεισε λεφτά, ενώ αυτή δεν το είπε σε κανέναν. Αναρωτιέται από πού μπορεί να το ξέρω.
Άγγελος: δεν πειράζει… μην τα σκέφτεσαι αυτά.
Αμέσως φιλιούνται και κάνουν παθιασμένο έρωτα. Δεν βλέπουν τίποτα γύρω τους παρά μόνο ο ένας το βλέμμα του άλλου. Πίσω από την κουρτίνα ξεπροβάλλει η Μαρία, η οποία είχε κρυφτεί νωρίτερα και παρακολούθησε τη σκηνή. Οι θεατές τότε την αντιλαμβάνονται. Η Μαρία έρχεται μπροστά στη σκηνή και στέκεται μπροστά από το κρεβάτι κοιτώντας ακίνητη το κοινό. Επιστρέφει πάλι πίσω από την κουρτίνα και τα φώτα σβήνουν για μερικά δευτερόλεπτα, για να αλλάξει το σκηνικό και να μεταφερθούμε στο σπίτι της Μαρίας, πλέον, όπου θα παιχτεί η τελευταία πράξη του έργου.